- προσβαλλομένου
- προσβάλλωstrikepres part mp masc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αποπληξία — Σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από απότομη απώλεια της συνείδησης (εγκεφαλικό ίκτους), της κινητικότητας και της αισθητικότητας και οφείλεται συνήθως σε εγκεφαλική αιμορραγία, μπορεί όμως να προκληθεί και από θρόμβωση ή εμβολή αιμοφόρου αγγείου του… … Dictionary of Greek
Μπάρκλα, Τσαρλς Γκλάουερ — (Charles Glauer Barkla, Γουάιντνες, Λάνκασαϊρ 1877 – Λονδίνο 1944). Άγγλος φυσικός. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Λίβερπουλ και στο Κέιμπριτζ. Από το 1902 έως το 1907 δίδαξε Φυσική στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ και αργότερα στο Λονδίνο και στο… … Dictionary of Greek